4 Αυγ 2008

διανυκτερεύον φαρμακείο-μέρος δεύτερο


..χρήσιμη που'ναι η νύχτα, να ανακαλύπτεις ποιήματα που΄χεις διαβάσει μα που ξέχασες απ'την σκληρότητα της μέρας..

Μικρή Σουΐτα Σε Κόκκινο Μείζον

Ι.Πλήθος λεμόνια
επάνω στο τραπέζι
στις καρέκλες
στο κρεβάτι
κίτρινες λάμψεις
τρέχουν το σώμα σου
μ' αρέσει που βρέχει
νύχτα με χίλια λεμόνια
και ξαφνικά ο φακός του δασοφύλακα
να σταματάει τους βρεγμένους λαγούς
στα πισινά τους πόδια.
Διακοφτό 18.11.80ΙΙ.Ω αλάνθαστο σώμα
πόσα και πόσα λάθη
μ' ένα μικρό διαβατικό φεγγάρι
στα γυμνά δέντρα του πεζοδρομίου
αδειούχοι στρατιώτες καπνίζουν
κάτω απ' το υπόστεγο
βρέχει όλη μέρα
ακούω το νερό να κυλάει ατέλειωτο
απ' τα λούκια στο δρόμο
παρότι το ξέρω
αυτό το εισιτήριο
είναι εκπρόθεσμο πιά.
Αθήνα 18.11.80
ΙΙΙ.
Το σώμα -λέει-
στη γενική: του σώματος
και γενικά το σώμα
άλλη λέξη πυκνότερη δεν έχω
παίρνω τη νάϋλον σακούλα
μπαίνω στα λαϊκά εστιατόρια
μαζεύω ψαροκόκαλα
για τις άγριες γάτες της γειτονιάς
στα διαλείματα -λέει-
κουβεντιάζω με τους μουσικούς
στα σκοτεινά παρασκήνια-
τι απέραντη απόσταση διανύω
απ' το σώμα σου
έως το σώμα σου.
Αθήνα 19.11.80
Γυμνό ΣώμαΙ.
Είπε:
ψηφίζω το γαλάζιο.
Εγώ το κόκκινο.
Κι εγώ.

Το σώμα σου ωραίο
Το σώμα σου απέραντο.
Χάθηκα στο απέραντο.

Διαστολή της νύχτας.
Διαστολή του σώματος.
Συστολή της ψυχής.

Όσο απομακρύνεσαι
Σε πλησιάζω.

Ένα άστρο
έκαψε το σπίτι μου.

Οι νύχτες με στενεύουν
στην απουσία σου.
Σε αναπνέω.

Η γλώσσα μου στο στόμα σου
η γλώσσα σου στο στόμα μου-
σκοτεινό δάσος.
Οι ξυλοκόποι χάθηκαν
και τα πουλιά.

Όπου βρίσκεσαι
υπάρχω.

Τα χείλη μου
περιτρέχουν τ' αφτί σου.

Τόσο μικρό και τρυφερό
πως χωράει
όλη τη μουσική;

Ηδονή-
πέρα απ' τη γέννηση,
πέρα απ' το θάνατο.
Τελικό κι αιώνιο
παρόν.

Αγγίζω τα δάχτυλα
των ποδιών σου.
Τι αναρίθμητος ο κόσμος.

Μέσα σε λίγες νύχτες
πως πλάθεται και καταρρέει
όλος ο κόσμος;

Η γλώσσα εγγίζει
βαθύτερα απ' τα δάχτυλα.
Ενώνεται.

Τώρα
με τη δική σου αναπνοή
ρυθμίζεται το βήμα μου
κι ο σφυγμός μου.

Δυό μήνες που δε σμίξαμε.
Ένας αιώνας
κι εννιά δευτερόλεπτα.

Τι να τα κάνω τ' άστρα
αφού λείπεις;

Με το κόκκινο του αίματος
είμαι.
Είμαι για σένα.
Αθήνα 24.9.80

διανυκτερεύον φαρμακείο



Τί όμορφη που είσαι. Με τρομάζει η ομορφιά σου. Σε πεινάω. Σε διψάω.
Σου δέομαι: Κρύψου, γίνε αόρατη για όλους, ορατή μόνο σ' εμένα.
Καλυμένη απ' τα μαλλιά ως τα νύχια των ποδιών με σκοτεινό διάφανο πέπλο
διάστικτο απ' τους ασημένιους στεναγμούς εαρινών φεγγαριών.
Οι πόροι σου εκπέμπουν φωνήεντα, σύμφωνα ιμερόεντα.
Αρθρώνονται απόρρητες λέξεις. Τριανταφυλλιές εκρήξεις απ' τη πράξη του έρωτα.
Το πέπλο σου ογκώνεται, λάμπει πάνω απ' τή νυχτωμένη πόλη με τα ημίφωτα μπάρ,
τα ναυτικά οινομαγειρεία.
Πράσινοι προβολείς φωτίζουνε το διανυκτερεύον φαρμακείο.
Μια γυάλινη σφαίρα περιστρέφεται γρήγορα δείχνοντας τοπία της υδρογείου.
Ο μεθυσμένος τρεκλίζει σε μία τρικυμία φυσημένη απ' την αναπνοή του σώματός σου.
Μη φεύγεις. Μη φεύγεις. Τόσο όλική, τόσο άπιαστη.


Ένας πέτρινος ταύρος πηδάει από το αέτωμα στα ξερά χόρτα.


Μια γυμνή γυναίκα ανεβαίνει τη ξύλινη σκάλα κρατώντας μια λεκάνη με ζεστό νερό.


Ο ατμός της κρύβει το πρόσωπο.



Ψηλά στον αέρα ένα ανιχνευτικό ελικόπτερο βομβίζει σε αόριστα σημεία.


Φυλάξου. Εσένα ζητούν. Κρύψου βαθύτερα στα χέρια μου.


Το τρίχωμα της κόκκινης κουβέρτας που μας σκέπει, διαρκώς μεγαλώνει.


Γίνεται μία έγκυος αρκούδα η κουβέρτα.


Κάτω από τη κόκκινη αρκούδα ερωτευόμαστε απέραντα,


πέρα απο το χρόνο κι απο το θάνατο πέρα, σε μια μοναχική παγκόσμιαν ένωση.


Τί όμορφη που είσαι. Η ομορφιά σου με τρομάζει.


Και σε πεινάω. Και σε διψάω. Και σου δέομαι: Κρύψου

(απόσπασμα από ''Τα ερωτικά'' του Γ.Ρίτσου)

1 Αυγ 2008

ένας ''κρυμμένος'' Βαν Γκόγκ..

Που να'ξερε ο υπέροχος Βαν Γκόγκ ότι σχεδόν 120 χρόνια μετά κάποιοι επιστήμονες θα έψαχναν μανιωδώς μήπως και βρούν ένα ακόμη έργο του...

Εξαιρετικά ενδιαφέρον το άρθρο.(http://www.zougla.gr/news.php?id=5781)